Χριστούγεννα και πολίτικη κουζίνα

Πολίτικη κουζίνα! Θύμησες πολλές, ανάμικτες με την ευωδιά των μπαχαρικών και των φρέσκων μυρωδικών που πρόσθετε η γιαγιά στο φαγητό, την κανέλα και το γαρύφαλλο που πασπάλιζε πάντα τα γλυκά, την αγάπη που ξεχείλιζε από κάθε πιάτο που έβαζε στο τραπέζι. Ένα τραπέζι που θύμιζε τις γιορτινές Κυριακές, τις χαμένες πατρίδες, τις μαζώξεις στο δικό της πατρικό, εκείνο που την έπιανα να χαζεύει στην κιτρινισμένη φωτογραφία κάποια απογεύματα μετά τον καφέ και το γλυκό του κουταλιού που ποτέ δεν κατάφερα να αντιγράψω.

Γιατί η γιαγιά ήταν Σμυρνιά και ο τόπος της ήταν γι’αυτή κάτι το ιερό. Μια ανάμνηση που μέχρι που σφράγισε τα βλέφαρά της για πάντα, κρατούσε ζωντανή στη μνήμη της αλλά και στα τεφτέρια με τις αξεπέραστες συνταγές της, γραμμένες με καλλιγραφικά γράμματα και λεκιασμένες σε μια δυο σελίδες από το σιρόπι με το οποίο περίχυνε το ραβανί. Η Σμύρνη, ο τόπος της, ήταν η μυθική Εδέμ, η πόλη της αφθονίας όπου κατέφθαναν καθημερινά καραβάνια ολόκληρα με προϊόντα από τα ενδότερα της χώρας, για να προωθηθούν στις αγορές της Ευρώπης, καθώς το λιμάνι της Σμύρνης ήταν το μεγαλύτερο της ανατολικής Μεσογείου. Τα σπίτια, μας έλεγε και φούσκωνε περήφανα το στήθος της, είχαν τους δικούς τους μπαξέδες με κάθε λογής καλούδια, και τα παζάρια πλημμύριζαν με τρόφιμα, σύκα και σταφίδες, μέλια και μυρωδικά που όμοιά τους δεν συναντούσες σε καμία άλλη πόλη. Το εμπόριο που άνθιζε, προσέλκυε κάθε λογής εθνικότητα και η κουζίνα δεχόταν πολλές διαφορετικές επιρροές, όπως πολυδιάστατος ήταν άλλωστε και ο χαρακτήρας της πόλης. Και το φαγητό κατείχε περίοπτη θέση στην καθημερινότητα των κατοίκων της, γιατί μέσα από κάθε πιάτο αντάλλασσαν πολιτισμό, ιστορίες, διαδρομές στη ζωή. 

Γι’αυτό και όταν η γιαγιά μαγείρευε, νόμιζες πως πάνω από τα κατσαρολικά που άχνιζαν, φυσούσε ένα απαλό αεράκι που μύριζε ιστορία, νοσταλγία και αγάπη για ένα τόπο που ξαναζωντάνευε σε κάθε πιρουνιά. Τα τετράδια με τις συνταγές της έγιναν ο οικογενειακός θησαυρός, αν και πάντα διαπιστώναμε πως έλειπε αυτό το κάτι, το διαφορετικό που έβαζε η γιαγιά. Εκεί η ζάχαρη είναι παντού γραμμένη ζάχαρι και οι ποσότητες μετρημένες σε οκάδες, με υποσημειώσεις της μαμάς για τα γραμμάρια. Εκεί το βούτυρο είχε την τιμητική του και τα πετιμέζια, τα πιλάφια, τα ροδόνερα, οι κανέλες και οι ξηροί καρποί μαρτυρούσαν μια δική τους ιστορία που πέρασε από τα παράλια της Μικράς Ασίας του τότε μέχρι τα προσφυγικά και το πατρικό του σήμερα. Εκεί εξακολουθεί να ζει και μια γλυκιά θύμηση της γιαγιάς, σκυμμένης με περισσή φροντίδα πάνω από το γλυκό του κουταλιού, οι ιστορίες της που πέρασαν από γενιά σε γενιά και μια διαδρομή πολιτισμού που έγινε παράδοση, συναίσθημα, αγάπη καλά κρυμμένη σε κείνη την πρέζα γαρύφαλλου και μπαχαριού που θυμίζει αλησμόνητες πατρίδες. 


Credits to :Rica Christidi 

Inspiration and photo credits to: gastronomos.gr