Το γλυπτό του έρωτα

Στέκεται γυμνός, καθισμένος σε ένα βράχο και προσπαθεί να σπάσει το τόξο του, κάνοντας τους περιπατητές της υπαίθριας γλυπτοθήκης του Ζαππείου να κοντοστέκονται μπροστά του μαγεμένοι από τη χάρη και την αρμονία που αποπνέει το γλυπτό. Δημιουργός του ο Γεώργιος Βρούτος που γεννήθηκε στην Αθήνα το 1843, γράφτηκε στο Πολυτεχνείο, σε ηλικία μόλις 16 ετών, ενώ παραλλήλως εργαζόταν στο μαρμαρογλυφείο του καθηγητή και γλύπτη Ιωάννη Κόσσου. Το 1866 πήγε στη Ρώμη με υποτροφία της Κυβέρνησης για να τελειοποιήσει τις ικανότητές του. Αποφοίτησε από την Ακαδημία των Καλών Τεχνών με τα ανώτερα βραβεία και επέστρεψε στην Αθήνα το 1873, όταν και ανέλαβε το εργαστήρι του Κόσσου. Αργότερα, το 1883 διορίστηκε καθηγητής της γλυπτικής στο Πολυτεχνείο, ως διάδοχος του Λεωνίδα Δρόση. Ο «Έρωτας» του φιλοτεχνήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και με αυτόν συμμετείχε ο καλλιτέχνης στην Έκθεση των Παρισίων του 1900, αποσπώντας το χρυσό βραβείο. Ο Έρωτας αποδίδεται με την μορφή του μικρού γυμνού λιπόσαρκου, αλλά γεροδεμένου αγοριού με στρογγυλό πρόσωπο και βοστρυχωτά μαλλιά. Το αγόρι κάθεται σε βράχο, που χρησιμεύει και ως υποπόδιο του αγαλματιδίου, τη στιγμή που με τη χρήση του γονάτου του ως υπομόχλιο, προσπαθεί να σπάσει τον κορμό του θρυλικού του τόξου.

Ποιος όμως ήταν ο φτερωτός θεός της αγάπης; Στην ελληνική μυθολογία ήταν καρπός μιας θυελλώδους αγάπης ανάμεσα στην Αφροδίτη και τον Άρη. Ήταν ο θεός που ευθυνόταν για τον πόθο, την αγάπη και τη σεξουαλική δραστηριότητα, ενώ λατρευόταν και ως θεός της γονιμότητας. Μάλιστα, συχνά τον αναφέρουν ως «ελευθέριο», όπως και το Διόνυσο. Υπάρχουν μύθοι που τον θέλουν πανέμορφο στην όψη, αλλά και συχνή πηγή μπελάδων για θεούς και θνητούς. Άλλοι μύθοι τον παρουσιάζουν με επίγνωση της τεράστιας δύναμής του, να αρνείται τις παρακλήσεις της μητέρας του να πάψει να επεμβαίνει στις ζωές των θνητών. Οπλισμένος με τα χρυσά βέλη της επιθυμίας και τα μολυβένια βέλη της αποστροφής, ο Έρωτας έγινε μόνιμος ακόλουθος της Αφροδίτης πυρπολώντας τις καρδιές θεών και θνητών. Ανίκητος στην τραγωδία της Αντιγόνης, είχε δύο όψεις σύμφωνα με τον Ευριπίδη, αυτή που μπορούσε να οδηγήσει στην Αρετή και εκείνη που οδηγούσε στην Αθλιότητα. Τα βέλη του, σύμφωνα με το μύθο, όταν τρυπούσαν δύο ανθρώπους, τους έκαναν να ερωτεύονται παράφορα, αλλά τους γέμιζαν και με βάσανα. Όταν ο ίδιος λαβώθηκε από αυτά, ερωτεύτηκε την Ψυχή, μια κοινή θνητή, με ξακουστή ομορφιά, γεγονός που έκανε την μητέρα του να ζηλέψει. Ο Έρωτας επισκέπτονταν κάθε βράδυ την αγαπημένη του χωρίς να της αποκαλύπτει το πρόσωπό του, μα η Ψυχή κατάφερε να τον αντικρύσει ένα βράδυ που φώτισε το πρόσωπό του, καθώς εκείνος κοιμόταν, με το φως ενός κεριού. Το κερί έσταξε πάνω στον Έρωτα, ο οποίος τρομαγμένος, πέταξε μακριά της. Εκείνη απελπισμένη έψαξε να τον βρει. Η θεά Αφροδίτη την υπέβαλε σε τρεις δοκιμασίες για να αποδείξει την αγάπη της και όταν ο Έρωτας ζήτησε την βοήθεια του Δία προς την αγαπημένη του, εκείνος ανταποκρίθηκε άμεσα. Έκανε την Ψυχή αθάνατη και επέτρεψε στους δύο τους να παντρευτούν.

Η λατρεία για το φτερωτό θεό της καρδιάς παρέμεινε ανέπαφη στο πέρασμα του χρόνου. Αγαπήθηκε όσο λίγοι και υπήρξε πηγή έμπνευσης για πολλούς καλλιτέχνες, με τις πρώτες αυτοτελείς εμφανίσεις του θεού Έρωτα στην τέχνη να πραγματοποιούνται τον 5ο αιώνα π.Χ. Ο Έρωτας εμφανίζεται ανεξάρτητος από άλλες θεότητες, σε διάφορες απεικονίσεις: άλλοτε πετάει, άλλοτε κοιμάται, άλλοτε ιππεύει ένα δελφίνι, άλλοτε κρατάει ένα λουλούδι. Σήμερα, ο «δικός» μας Έρωτας βρίσκεται τοποθετημένος σε παρτέρι του Κήπου, στα αριστερά της χωμάτινης διόδου προς τη λεωφόρο Βασ. Όλγας. Δεν είναι επαρκείς οι πληροφορίες για τον τρόπο που εγκαταστάθηκε το 1924, στο Ζάππειο, αυτό το γλυπτό. Η εφημερίδα «Εστία» σε ένα δημοσίευμα της αναφέρει πως το αριστούργημα του Βρούτου φιλοτεχνήθηκε εκ νέου βάσει του γύψινου πρωτοτύπου και στη συνέχεια λαξεύτηκε σε πεντελικό μάρμαρο.

Όποια και να είναι η προέλευσή του, ένα είναι βέβαιο, πως ο Έρωτας που έχει αύριο την γιορτή του, εξακολουθεί παρότι τον χωρίζουν χιλιάδες χρόνια από το βασίλειο του Ολύμπου, να τρυπώνει στις καρδιές των ανθρώπων σημαδεύοντας τους τυφλά με τα βέλη της παιχνιδιάρικης αγάπης του.