Τα παιδιά που φεύγουν από το σπίτι τους

Παιδιά που χάνονται…Παιδιά που φεύγουν με δική τους πρωτοβουλία από το σπίτι. Παιδιά που βρίσκουν αυτή την ύστατη διέξοδο για να δείξουν πως δεν αντέχουν άλλο να ζουν σε προβληματικές καταστάσεις.  

Οι αριθμοί είναι εφιαλτικοί. Κάθε 2 λεπτά ένα παιδί εξαφανίζεται! Το φαινόμενο τείνει να πάρει διαστάσεις επιδημίας καθώς μόνο στις ΗΠΑ περισσότερα από 2.000 παιδιά χάνονται καθημερινά από τα σπίτια τους, στην Ελλάδα τους τελευταίους 16 μήνες χάνονται κατά μέσο όρο 5 παιδιά την ημέρα, ενώ στην Ευρώπη «εξαφανίζονται» οικειοθελώς πάνω από 250.000 το χρόνο. Όσο δε περνούν τα χρόνια, αγνοούνται όλο και μικρότερης ηλικίας παιδιά, με τα 12 έτη να είναι πλέον η μέση ηλικία φυγής από το σπίτι και τα νούμερα να ακόμη πιο ζοφερά για τα κορίτσια! Γιατί για τα περισσότερα από αυτά, ίσως να μη μάθουμε ποτέ ποια είναι η μοίρα τους αφού χάνονται οριστικά μέσα σε κυκλώματα trafficking και σε εγκληματικές οργανώσεις που στόχο έχουν την εκμετάλλευση της αθώας ψυχής.

Τι είναι, όμως, αυτό που ωθεί έναν ανήλικο να εγκαταλείψει την οικογενειακή εστία και, μάλιστα, σε τόσο τρυφερή ηλικία; Οι λόγοι δεν οφείλονται σχεδόν στην ιδιομορφία του χαρακτήρα του, αλλά στους τρίτους, σε μια δυσλειτουργική συμβίωση με τους άλλους, που καταντά αφόρητη. Η φυγή του είναι μια διαμαρτυρία για τις καταστάσεις που βιώνει και που πολλές φορές ερμηνεύει διαφορετικά, καθώς δεν υπάρχει ουσιαστικός διάλογος για να εκφράσει όσα νιώθει. Επιπλέον, η κακή χρήση του διαδικτύου είναι η κύρια αιτία που πολλές φορές ανήλικα παρασύρονται από μεγαλύτερης ηλικίας άτομα που τους υπόσχονται καλύτερη ζωή. Οι ειδικοί συμβουλεύουν πως χρειάζεται ενεργητική ακρόαση, πολύ ενσυναίσθηση και ενθάρρυνση των παιδιών να εκφράσουν όσα νιώθουν, όσα θεωρούν προβληματικά, προκειμένου να βοηθηθούν και να αποθαρρυνθούν προς την τάση φυγής.

Κάθε παιδί που φεύγει οικειοθελώς από ένα σπίτι, είναι ένα παιδί που κινδυνεύει γιατί εκτίθεται σε απρόβλεπτες καταστάσεις. Γι’αυτό και είναι καθοριστικός ο ρόλος της έγκαιρης κινητοποίησης όλων των φορέων για την ασφάλεια του, ώστε να μη χάνεται πολύτιμος χρόνος. Ιδιαίτερα δε μετά τη επιστροφή του, είναι απαραίτητο να του δίνεται ακόμη μεγαλύτερη και πιο ουσιαστική στήριξη από τους ενήλικες του περιβάλλοντός του και από ειδικούς που θα μπορούσαν να βοηθήσουν προς αυτή την κατεύθυνση. 

Το σίγουρο είναι πως δεν θα πρέπει κανένα παιδί να δραπετεύει από το ίδιο του το σπίτι, ούτε καν να σκέφτεται μια τέτοια λύση. Γι’αυτό εμείς οι ενήλικες οφείλουμε να εγκύψουμε σε ό,τι το απασχολεί, να αφουγκραστούμε τις ανησυχίες του και να μην το αποξενώνουμε, αντιθέτως να χτίζουμε ουσιαστικές σχέσεις μαζί του.  Σίγουρα δε, να μην ρίχνουμε το φταίξιμο στο νεαρό «δραπέτη» της οικογενειακής εστίας τυφλωμένοι από προκαταλήψεις, αλλά αντιθέτως να προσπαθούμε να δούμε τον κόσμο μέσα από τα δικά του μάτια, προκειμένου να τον βοηθήσουμε να ερμηνεύσει την πραγματικότητα με ρεαλισμό και κυρίως αγάπη. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ πως στην ουσία είναι ένα ένα παιδί που κραυγάζει την ανάγκη για φροντίδα, προσοχή και κυρίως την τρυφερότητα και την ασφάλεια που μόνο η οικογένεια του μπορεί να του προσφέρει.