Η φιλία που έφυγε

Τα αρχεία των επαφών μας ξέχειλα από ονόματα, τα κοινωνικά μας μέσα δικτύωσης γεμάτα από φατσούλες, καρδούλες και likes, μα τελευταία η ψυχή μας αρκετά μοναχική και άδεια, βρέθηκε να παρατηρεί πως το δάχτυλο δεν θέλει να σταματήσει παρά σε λίγα ονόματα για να τα καλέσει στο τηλέφωνο. Φίλοι που έμειναν στα αζήτητα; Γνωστοί που στο όνομα της διασκέδασης, της συνήθειας, της επαγγελματικής ζωής, πέρασαν στο κατώφλι και μας συστήθηκαν ως φίλοι; Αποκυήματα της ζωηρής μας φαντασίας, ίσως και της ψυχικής μας μοναξιάς, που ηθελημένα τα αναγάγαμε σε φίλους καρδιάς;

Όποια και αν είναι η απάντηση, ένα είναι βέβαιο. Πως η φιλία στα χρόνια του κορωνοϊού πέρασε σε άλλη διάσταση. Δοκιμάστηκε, έδωσε εξετάσεις και πέρασε από το κόσκινο της καρδιάς για να αφήσει μόνο λίγους και καλούς να παραμείνουν στο ρόλο του φίλου. Η αλήθεια είναι πως εξαιτίας της λογοτεχνίας και γενικότερα της έβδομης τέχνης, έχει δημιουργηθεί μια εξιδανικευμένη εικόνα για τη φιλία που έχει καθορίσει μέχρι ένα βαθμό και την αντίληψή μας γι’αυτή ως ο ακατάλυτος δεσμός που μας συνδέει με τους άλλους και μας δημιουργεί έντονα συναισθήματα αγάπης και ηθικής υποχρέωσης. Από μικρά παιδιά εκπαιδευόμαστε στο να βλέπουμε τη φιλία ως καθρέφτη της θέσης μας στον κόσμο. «Δείξε μου το φίλο σου να σου πω ποιος είσαι» ορίζει η λαϊκη ρήση και όχι άδικα πολλές φορές, μιας και τείνουμε να κάνουμε φίλους άτομα που ταιριάζουν στην ψυχοσύνθεσή μας και στη διάθεση της συγκεκριμένης χρονικής στιγμής και που συχνά μας κάνουν να νιώθουμε όμορφα, ότι ανήκουμε κάπου, ότι κάποιος μας νοιάζεται. Ήρθε όμως ο κορωνοϊός για να κλονίσει παγιωμένες αντιλήψεις για αυτό τον ανθρώπινο δεσμό και να δοκιμάσει κοινωνικά τη φιλία. Οι μέρες έγιναν μήνες και σε πολλές περιπτώσεις χρόνος μακριά από την κοινωνική επαφή με τους φίλους που πολλές φορές από συνήθεια και μόνο βλέπαμε. Ο φόβος της διασποράς του ιού, η τηλεργασία, ο αποπροσανατολισμός του μυαλού σε άλλα σοβαρά θέματα της καθημερινότητας, έκαναν ένα γερό ξεσκαρτάρισμα των φίλων. Άλλοι μπήκαν στην ομάδα των κοινωνικών ή επαγγελματικών συναναστροφών, άλλοι ξεχάστηκαν στη λίστα των επαφών του κινητού, άλλοι έγιναν ένα απλό like στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης και μόνο λίγοι, αλλά «καλοί» που λέει και ο λαός, παρέμειναν στην οικεία και τόσο αγαπημένη λίστα των αληθινών φίλων. Αυτοί που μας νοιάστηκαν, αυτούς που παίρναμε στο τηλέφωνο για να μάθουμε τα νέα τους, αυτοί που μας παρηγόρησαν τις μέρες της ατελείωτης μοναξιάς, αυτοί που μας συμπαραστάθηκαν όταν είχαμε τις «μαύρες» μας. Οι φίλοι που θα μας στοίχιζε αν τους χάναμε, όχι απαραίτητα από την ασθένεια, αλλά από την κοινωνική αποστασιοποίηση και τη δίνη στην οποία έχει εμπλακεί εδώ και 3 χρόνια ολόκληρος ο πλανήτης. Αυτοί που νιώσαμε βαθιά μέσα μας ότι μας συνδέει κάτι πέρα από την εργασία, την κοινωνική επαφή, το συμφέρον. Αυτοί που αναγνωρίσαμε πως ήταν εκεί όταν τους χρειαζόμασταν, πως μας σκέφτονταν ακόμα και αν περνούσαν μέρες χωρίς να μιλήσουμε. Αυτοί που μας άφησαν μια κοτόσουπα στα σκαλιά όταν σερνόμασταν από τον ιό στα πατώματα, αυτοί που μας καθησύχαζαν στο τηλέφωνο όταν νιώθαμε το σπίτι να μας πνίγει, αυτοί που μας αγκάλιασαν ζεστά μόλις έληξαν τα μέτρα περιορισμού των μετακινήσεων.

Είναι αυτοί που έπιασαν τη ζωή από εκεί που την είχαμε αφήσει προτού ο κορωνοϊός μας χτυπήσει την πόρτα, αυτοί που το γέλιο τους παραμένει μεταδοτικό στην ψυχή μας, αυτοί που η ματιά τους απλώνει θαρρείς ένα χάδι κάθε φορά που καρφώνεται πάνω μας, αυτοί που η έγνοια τους είναι πέρα για πέρα αληθινή και η τρυφερότητά τους πάντα απαλύνει τους φόβους και τις αγωνίες μας. Αυτοί που έδειξαν πως πάντα θα είναι εκεί για εμάς. Οι μετρημένοι στα δάκτυλα του ενός χεριού, αλλά αληθινοί φίλοι.

Credits to: Rica Christidi