Βεντάλια

Γνωστή από την αρχαιότητα, η βεντάλια ήταν πάντα ένα σύμβολο για το χέρι που την κρατούσε. Σύμβολο κοινωνικής θέσης, και πολλές φορές ένα αριστουργηματικό έργο τέχνης!

Στους ιστορικούς χρόνους κατασκευαζόταν από φύλλα φοίνικα, λωτού ή στρουθοκαμήλου, φτερά παγωνιού ή αρωματικά ξύλα και αργότερα από χαρτί ή χοντρό ύφασμα. Εικάζεται πως οι πρώτοι που συνέλαβαν την ιδέα της βεντάλιας ήταν οι Κινέζοι, οι Αιγύπτιοι και οι Ινδοί που αποζητούσαν λίγη δροσιά εξαιτίας της υγρής και ζεστής θερμοκρασίας που επικρατούσε στις χώρες τους. Στην Αίγυπτο τη χειρίζονταν κυρίως σκλάβοι ενώ στην Ελλάδα εμφανίστηκε τον 5ο αιώνα πΧ και μάλιστα χαρακτηρίστηκε αρχικά ως βάρβαρη συνήθεια. Ωστόσο, έγινε σύμβολο του Έρωτα, του μικρού γιού της θεάς Αφροδίτης και σιγά σιγά αποδεκτό αξεσουάρ των αρχαίων Αθηναίων που προμηθεύονταν βεντάλιες από φτερά παγωνιού από τους Φοίνικες εμπόρους. Ήταν άκαμπτη και ονομαζόταν «ριπίς» εξαιτίας των ριπών τεχνητού αέρα που παρήγαγε, ενώ ήταν μονοκόμματη και είχε χερούλι.  Στη Ρωμαϊκή εποχή πέρασε ως γυναικείο αξεσουάρ κομψότητας. Οι Ρωμαίες πατρικίες έφεραν βεντάλιες από δέρμα ζώων ή πουλιών πάνω σε σπάνια ξύλα και μέταλλα, σημάδι της κοινωνικής τους θέσης. Στην άλλη άκρη του πλανήτη, οι κινέζικες βεντάλιες συνδέθηκαν με μυθικούς χαρακτήρες και στην εποχή της δυναστείας των Μινγκ, δίπλωναν και ήταν εξαιρετικά περίτεχνες στην κατασκευή τους από παχύ χαρτί που ζωγράφιζαν ολόκληρο το οικογενειακό δένδρο και με πρώτες ύλες το ελεφαντόδοντο, το μαργαριτάρι, το κοχύλι και το σανδαλόξυλο. Υπήρξαν δε σύμβολο κοινωνικής θέσης όποιας τις κρατούσε και ξεχώριζαν από τον τύπο κάθε βεντάλιας. Στην δε Ιαπωνία, οι βεντάλιες που έφεραν οι αριστοκράτες είχαν συγκεκριμένο αριθμό λωρίδων ξύλου σύμφωνα με την κοινωνική τάξη του προσώπου, αλλά και ειδικό νήμα. Τις χρησιμοποιούν δε μέχρι τις μέρες μας οι Shinto, οι Ιάπωνες ιερείς και κοσμούν το επίσημο κοστούμι του ιαπωνικού δικαστηρίου. Το δε δίπλωμα της βεντάλιας συνεχίζει να παραμένει σημαντικό πολιτιστικό σύμβολο σε ολόκληρη την ασιατική ήπειρο. Στην Ευρώπη η βεντάλια είχε μάλλον πρακτικό χαρακτήρα στη διάρκεια του Μεσαίωνα για να απομακρύνει τα έντομα από το ψωμί και το κρασί και ήταν άκαμπτη με ορθογώνιο σχήμα. Με το πέρασμα του χρόνου όμως, έγινε αγαπημένο στολίδι στα γυναικεία χέρια, που εξέφραζε ακόμη και συναισθήματα ανάλογα με τον τρόπο που την κρατούσε η γυναίκα.  Τον 17ο αιώνα άρχισε να έχει χρωματισμένα φύλλα συχνά με θρησκευτικό ή κλασικό θέμα και ραβδιά από ελεφαντόδοτο ή ταρταρούγα. Η διακόσμηση της εισήχθη στην Γαλλία από την Αικατερίνη των Μεδίκων, για να φτάσει τον 18ο αιώνα να θεωρείται σήμα κατατεθέν της κομψότητας όταν μια γυναίκα την κρατούσε στο χέρι της ανοικτή. Είναι η εποχή που την κατασκευή τους αναλαμβάνουν ειδικευμένοι τεχνίτες που τις στολίζουν με δαντέλες, μετάξι και περγαμηνές χρωματισμένες από καλλιτέχνες και διακοσμημένες ακόμη και με ποιήματα και τραγούδια. Στη Βραζιλία και το Περού, οι γυναίκες χρησιμοποιούσαν βεντάλιες με επτά φύλλα που αντιστοιχούσαν στις επτά ημέρες της εβδομάδας και αποτελούσαν λειτουργικό εργαλείο για να ρυθμίζουν τα ραντεβού τους. Η δε Χριστιανική εκκλησία της έδινε την αλληγορική σημασία της αγνότητας, ενώ σε χώρες όπως η Ισπανία και η Ιαπωνία, όπου η ελευθερία έκφρασης δεν ήταν αποδεκτή για τις γυναίκες, έπαιξε σημαντικό ρόλο επικοινωνίας. Μάλιστα στο ισπανικό «λεξιλόγιο» ο τρόπος που η γυναίκα κρατά μια βεντάλια έχει πολλές και διαφορετικές έννοιες. Στα τέλη του 19ου αι, η Βαρώνη ντε Σταφ περιέλαβε το γυναικείο αυτό αξεσουάρ στους κανόνες καλής συμπεριφοράς, ορίζοντας για παράδειγμα πως η καλή οικοδέσποινα θα έπρεπε να τοποθετεί στο τραπέζι βεντάλιες για τους επισκέπτες της τους καλοκαιρινούς μήνες, ή πως το μαύρο μεταξωτό ύφασμα χωρίς κανένα σχέδιο ήταν ο κανόνας για την πένθιμη βεντάλια.

Ακόμη και σήμερα πάντως, που σπάνια θα αντικρίσουμε στα γυναικεία χέρια βεντάλια, παραμένει πάντα το σύμβολο της δροσιάς, της κομψότητας και της θηλυκότητας!

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην κατηγορία ΓΕΝΙΚΑ με ετικέτες .