Η εισβολή του κοτσυφιού

Τα διακόσια τελευταία χρόνια το κοτσύφι εγκατέλειψε τα δάση και έγινε πουλί των πόλεων. Πρώτα στη Μεγάλη Βρετανία, από τα τέλη του 18ου αιώνα, μερικές δεκαετίας αργότερα στο Παρίσι και στην κοιλάδα του Ρουρ.Σ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα κατέκτησε τις πόλεις της Ευρώπης τη μία μετά την άλλη. Γύρω στο 1900 εγκαταστάθηκε στη Βιέννη και στην Πράγα, έπειτα προχώρησε ανατολικά, στη Βουδαπέστη, το Βελιγράδι, την Κωνσταντινούπολη.Από τη σκοπιά του πλανήτη, αυτή η εισβολή του κοτσυφιού στον κόσμο των ανθρώπων είναι αναμφισβήτητα πιο σημαντική από την εισβολή των Ισπανών στη Νότια Αμερική ή την επιστροφή των Εβραίων στην Παλαιστίνη. Όταν το κοτσύφι προδίδει τη φύση για να ακολουθήσει τον άνθρωπο στον τεχνητό και αντίθετο με τη φύση κόσμο του, κάτι αλλάζει στην οργάνωση του πλανήτη.Κι όμως, δεν διανοείται κανείς να ερμηνεύσει τους δυο τελευταίους αιώνες σαν ιστορία της εισβολής του κοτσυφιού στις πόλεις των ανθρώπων. Είμαστε όλοι δέσμιοι μιας παγιωμένης αντίληψης για το τί είναι σημαντικό και τί ασήμαντο, καρφώνουμε έτσι το εναγώνιο βλέμμα μας στο σημαντικό, ενώ το ασήμαντο οργανώνει με κάθε μυστικότητα, πίσω απ’ την πλάτη μας, το αντάρτικό του, που θα αλλάξει στο τέλος κρυφά τον κόσμο και θα χιμήξει πάνω μας στα ξαφνικά.

*Milan Kundera 

Ακούγεται ίσως παράδοξο, όμως πρόκειται για εισβολή που οι περισσότεροι δεν έχουμε συνειδητοποιήσει. Το μικροσκοπικό, αθώο κοτσύφι έχει κατακλύσει τις μεγαλουπόλεις του πλανήτη. Όπως γράφει και ο Κούντερα, «ένα αντάρτικο πραγματοποιείται πίσω από τις πλάτες μας που θα αλλάξει ξαφνικά τον κόσμο μας».Και είναι αλήθεια, αν αναλογιστεί κάποιος τους λόγους που αυτό το πουλί του δάσους, αποφάσισε να εγκατασταθεί και να προσαρμοστεί άριστα στη ζωή της πόλης χαρίζοντας μας το μελωδικό κελάιδισμά του. Διακόσια χρόνια πριν, το εθνικό πουλί της Σουηδίας, με έναν πληθυσμό που αριθμεί μονάχα εκεί γύρω στα 2 εκατομμύρια ζευγάρια, ήταν ένα καθαρά δασόβιο πουλί που ζούσε απομονωμένο στο πράσινο της Ευρώπης. Αν και μοναχικό πουλί, σήμερα φαίνεται να προτιμά το αστικό περιβάλλον, έχοντας αναπτύξει, σύμφωνα με τους ορνιθολόγους, μεγαλύτερη αναπαραγωγική ικανότητα, παράταση του χρόνου ζωής του και μεγάλη εξοικείωση με τους ανθρώπους. Η φωνή του χαρακτηριστική, όπως ο ήχος του φλάουτου, απλώνεται στον αέρα από τις αρχές του Μάρτη μέχρι και τον Ιούνιο, ανάμεσα στις συστάδες δένδρων, τις στέγες και τους θάμνους.

Αυτό το κιτρινομάτικο πουλί με το γυαλιστερό μαύρο χρώμα, φαίνεται πως βρήκε καταφύγιο στο δικό μας τεχνητό περιβάλλον, εξαιτίας της μείωσης των βιοτόπων του και της αλόγιστης χρήσης φυτοφαρμάκων. Αν και καχύποπτο πουλί δεν διστάζει να τρυπώνει με θράσος ακόμη και σε αυλές σπιτιών προκειμένου να εξασφαλίσει την τροφή του ανάμεσα στα χαμόκλαδα και τα κλαδιά. Είναι από τα πρώτα πουλιά που καταφθάνουν με την έναρξη της άνοιξης για να φτιάξουν τη φωλιά τους όπου υπάρχει πυκνή θαμνώδης βλάστηση, στέγες και κεραμίδια, με μια εξαιρετική επιδεξιότητα στην κατασκευή του περίτεχνου καλαθωτού σπιτικού του. Στοργικό ως γονιός καταλαμβάνει ανά ζεύγη τη δική του περιοχή που την προασπίζεται με την ίδια τη ζωή του, προκειμένου να προστατεύσει τα μικρά του από τους κακόβουλους εισβολείς. Η εξοικείωση του με τον άνθρωπο του έδωσε μια ιδιαίτερη θέση στην τέχνη και πολλά τραγούδια και ποιήματα αφιερώθηκαν στο μικρό μαυροπούλι που ο χαρακτηριστικός συμβολισμός του είναι «μυστηριώδες». Ίσως γιατί η απλή του μαύρη «ενδυμασία» μας κάνει να πιστεύουμε πως κάτι το ιδιαίτερο κρύβει κάτω από τα στιλπνά φτερά του.Ίσως γιατί παραμένει ξύπνιο τη νύχτα και δεν φοβάται το σκοτάδι. Ίσως γιατί η ιδιαίτερη κλίση του στο τραγούδι και η συμπεριφορά του, παρακινούν το ενδιαφέρον μας και μας κάνουν να το ταυτίζουμε με τη γνώση και την εξυπνάδα, τη διαίσθηση και τη σοβαρότητα. Ίσως γιατί η αγάπη και η αυταπάρνησή του για την οικογένεια που δημιουργεί, είναι μια υπενθύμιση της ευθύνης που έχουμε απέναντι στα παιδιά μας αλλά και στους γονείς που μας έφεραν στον κόσμο.