Εφηβεία και lockdown

Στην αρχή χάρηκα. Ένιωσα ανακούφιση που επιτέλους θα κοιμόμουν όσο ήθελα, δεν θα είχα τη μαμά πάνω από το κεφάλι μου να φωνάζει κάθε τόσο ότι θα χάσω το σχολικό, ότι τα ρούχα μου δεν είναι τα κατάλληλα για το σχολείο, ότι ξέχασα και πάλι το σάντουιτς στον πάγκο της κουζίνας. Ούτε θα χρειαζόταν να βλέπει ο καθηγητής την ώρα του μαθήματος αν πρόσεχα ή αν ταυτόχρονα έστελνα μηνύματα στην κολλητή μου, αν σήκωνα το χέρι ή αν ήξερα την απάντηση.

Ήταν και εκείνος ο φόβος για τον άγνωστο τότε ιό που είχε προσβάλλει ξαφνικά θαρρείς ταυτόχρονα ολάκερο τον πλανήτη. Ο μπαμπάς μου παρέμενε για ώρες με βλοσυρό βλέμμα μπροστά στην τηλεόραση ή το κινητό για να μαθαίνει ειδήσεις, η μαμά ξεχνούσε το βασανιστικό «διάβασες;» γιατί ήταν απασχολημένη στο τηλέφωνο να εξηγεί στη γιαγιά για πολλοστή φορά τι συμβαίνει και γιατί δεν μπορεί πλέον να κυκλοφορεί ελεύθερη στους δρόμους. Έπρεπε να φοράω μάσκα, να πλένω και να απολυμαίνω τα χέρια μου, να σκέφτομαι να αγγίξω το πρόσωπο μου, να κρατάω αποστάσεις από τους ανθρώπους γύρω μου. 

Μετά ήρθε το καλοκαίρι, η χρονιά είχε περάσει «αέρας» και εμείς είχαμε πλέον το ελεύθερο να χαρούμε στην ακρογιαλιά, να ερωτευτούμε, να παίξουμε, να ξεχαστούμε.

Δυστυχώς όμως δεν κράτησε πολύ. Ήρθαν τα πρώτα σύννεφα της νέας σχολικής χρονιάς και τα γέλια με την παρέα κόπηκαν. Η απειλή του κορωνοϊού επέστρεψε για να μας θυμίσει ότι η μάχη μας μαζί του δεν τελείωσε. Θα χρειαζόταν αγώνας για να γυρίσει πάλι η ζωή μας στην κανονικότητα της. Τώρα η χαρά που παλιά νιώθαμε όταν δεν είχαμε σχολείο αντικαταστάθηκε με την απογοήτευση του «όχι πάλι!». Οι μάσκες και τα αντισηπτικά έκαναν ακόμη πιο δυνατή την παρουσία τους. Οι γονείς μου, συννεφιασμένοι, δουλεύουν από το σπίτι. Δείχνουν αγχωμένοι και #ανασφαλείς για το μέλλον. Η γιαγιά εγκατέλειψε την ελπίδα ότι σύντομα θα φάμε μαζί τις Κυριακές. Τώρα νιώθω κούραση από την απραξία. Μου λείπουν οι φίλοι μου, μου λείπει η ανθρώπινη συναναστροφή, το φλερτ, η αλληλεπίδραση με τους συνομήλικους μου. Θέλω να βγω, να παίξω, να πάω προπόνηση, να διασκεδάσω και δεν μπορώ. Οι διαδρομές μου είναι από το δωμάτιο στο μπάνιο και στο μπαλκόνι. Μέχρι και το σχολείο πλέον μου λείπει. Μου λείπει η τάξη, το θρανίο μου, οι συμμαθητές και τα αστεία μας, τα εργαστήρια, το διάλειμμα, οι εκδρομές. Τώρα κάθομαι ατέλειωτες ώρες μπροστά στην οθόνη του κινητού μου και του υπολογιστή μου. Τα μηνύματα με την παρέα δεν έχουν και τόσα νέα γιατί όλοι είναι στο σπίτι. Αναρωτιέμαι αν θα χαθεί και αυτή η σχολική χρονιά. Πιάνω τον εαυτό μου να αναπολώ τη ζωή μου πριν ένα χρόνο με νοσταλγία. Η προσμονή μου να ξανανιώσω ελευθερία κάθε μέρα μεγαλώνει και πιο πολύ. Γνωρίζω ότι το lockdown περιορίζει την εξάπλωση του ιού. Είναι μια κοινή μοίρα, μια κοινή εμπειρία γιατί ζούμε τις ίδιες συνθήκες αλλά δεν ζούμε όλοι την ίδια πραγματικότητα. Θα ήθελα να ερχόταν κάποιος να με ρωτήσει:

Τι σε φοβίζει;

Τι σου λείπει;

Τι έχεις χάσει;

Σε τι ελπίζεις;

Να του απαντήσω σε όλα. Τη ζωή μου!