Ακολουθώντας τα αστέρια

Από την εποχή της αρχαιότητας ο άνθρωπος ξεκίνησε ήδη να ταξιδεύει ανακαλύπτοντας νέους τόπους είτε για λόγους αποικισμού και εγκατάστασης, είτε για εμπορικούς σκοπούς. Το χερσαίο ταξίδι δεν απαιτούσε ιδιαίτερες γνώσεις. Ωστόσο, το ταξίδι στη θάλασσα ήταν κάτι πιο ιδιαίτερο, καθώς χρειαζόταν γνώσεις ναυσιπλοΐας και προσανατολισμού με τα μέσα της εποχής. Και ενώ κατά την διάρκεια της ημέρας μπορούσε κάποιος ναυτικός να κατατοπιστεί απλά παρατηρώντας την ανατολή και τη δύση του ηλίου, αλλά και διάφορα άλλα φυσικά φαινόμενα, όπως τη διεύθυνση των ανέμων και των θαλάσσιων ρευμάτων, τα πράγματα ήταν τελείως διαφορετικά όταν έπεφτε το βαθύ σκοτάδι της νύχτας. Τότε η πλοήγηση γινόταν με την παρατήρηση των άστρων και των αστερισμών στον ουράνιο θόλο.   Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα όλων αποτελούν φυσικά οι λαοί την Πολυνησίας στον Ειρηνικό Ωκεανό, όπου χωρίς τη βοήθεια ναυτικών οργάνων κατόρθωσαν να ανακαλύψουν και να αποικίσουν πρώτοι όλα τα νησιά του Ειρηνικού που απλώνονται σε ένα εύρος 80 εκατομμυρίων τετραγωνικών μιλίων. Το εκπληκτικό αυτό επίτευγμα συντελέστηκε απλά παρατηρώντας την θέση του ήλιου και των άστρων. Οι Πολυνήσιοι δημιούργησαν έναν νοητικό χάρτη στο μυαλό τους διαιρώντας τον ουρανό σε τέσσερα τεταρτημόρια, κι έτσι ήταν σε θέση να εντοπίζουν κάθε άστρο στον ουρανό και σε ποιο σύμπλεγμα ανήκε.

Η απλή αυτή μέθοδος παρατήρησης των άστρων μας δείχνει πόσο χρήσιμη ήταν η γνώση αστρονομίας για τους αρχαίους λαούς. Ένα αστρονομικό όργανο το οποίο χρησιμοποιούσαν οι ναυτικοί και οι αστρονόμοι για την ναυσιπλοΐα και την παρατήρηση του ήλιου και των αστεριών από τον 3ο αιώνα π.Χ. μέχρι τον 18ο αιώνα μ.Χ., ήταν ο αστρολάβος. Χρησιμοποιώντας τον αστρολάβο προέβλεπαν τις θέσεις του ήλιου της σελήνης, των πλανητών των άστρων και των δορυφόρων. Η εφεύρεσή του αποδίδεται πιθανόν στον Έλληνα αστρονόμο Ίππαρχο τον 2ο αι. π.Χ. και αρχικά είχε σχήμα σφαίρας. Αργότερα, τον 8ο με 10ο αι., ο αστρολάβος έλαβε σχεδόν επίπεδη μορφή από τους Άραβες και απαρτιζόταν από έναν κύκλο και ένα κινητό βραχίονα, ο οποίος προσδιόριζε το ύψος των ουράνιων σωμάτων. Από την Ισπανία, ο αστρολάβος διαδόθηκε στην Ευρώπη τον 11ο αιώνα μ.Χ. και χρησιμοποιήθηκε στη ναυσιπλοΐα μέχρι τον 18ο αι. έως ότου τελικά αντικαταστάθηκε από τον εξάντα. Τέτοια περίτεχνα ναυτικά όργανα βοηθούσαν τους θαλασσοπόρους να ανακαλύψουν νέους προορισμούς και να κερδίσουν χρόνο χωρίς να παρεκκλίνουν απ’ την πορεία τους. Ο μηχανισμός των Αντικυθήρων αποτελεί ίσως την κορυφαία τέτοια κατασκευή, ένα είδος πολύπλοκου αναλογικού υπολογιστή, σχεδιασμένος για να υπολογίζει και απεικονίζει τις κινήσεις των ουρανίων σωμάτων, τις εκλείψεις ηλίου και σελήνης, καθώς και τις φάσεις αυτής. Ο μηχανισμός αυτός, όπως και παρόμοιοι που δεν κατάφεραν να διασωθούν ως τις μέρες μας αποδεικνύει την χρησιμότητα της γνώσης και παρατήρησης των πλανητών και άστρων για την πραγματοποίηση ταξιδιών. Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει και στον  ιεραπόστολο και εξερευνητή Δρ Λίβινγκστον όπου στα μέσα του 19ου αιώνα αναζητούσε οδούς για να διαδώσει τον Χριστιανισμό στην καρδιά της Αφρικής. Στη διάρκεια των εξερευνήσεων του κινήθηκε ανατολικά κατά μήκος του ποταμού Ζαμβέζη, μαζί με ένα στόλο από εξερευνητικά κανό, υπό την καθοδήγηση μελών της φυλής Μακόλο. Το ταξίδι του διήρκησε περίπου 3 δεκαετίες καθοδηγούμενος μέσω της παρατήρησης κυρίως της θέσης του ηλίου και των άστρων στον ουρανό και ήταν μάλιστα ο πρώτος Ευρωπαίος που διέσχισε την ισημερινή Αφρική από τον Ατλαντικό μέχρι τον Ινδικό Ωκεανό.   Παρατηρώντας, λοιπόν, πιο προσεκτικά τον έναστρο ουρανό, οι αρχαίοι λαοί πέρα απ’ το δέος και την ομορφιά που αντίκρυζαν, αναγνώριζαν ότι υπήρχε ένας συμπαντικός χάρτης, όπου το κάθε ουράνιο σώμα κατείχε συγκεκριμένη θέση, η οποία μεταβαλλόταν σε συγκεκριμένο σημείο του ορίζοντα. Αξιοποιώντας στην συνέχεια αυτές τις πληροφορίες μπορούσαν να πραγματοποιούν με ασφάλεια μεγάλα ταξίδια σε άγνωστα μέρη απλά παρατηρώντας τα άστρα στον ουρανό, κάτι που φαντάζει σήμερα αδιανόητο, καθώς όλη αυτή η γνώση έχει πλέον λησμονηθεί!